noviazgo - ορισμός. Τι είναι το noviazgo
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι noviazgo - ορισμός


noviazgo         
sust. masc.
1) Condición o estado de novio o novia, y relación existente entre dlos.
2) Tiempo que dura.
noviazgo         
Sinónimos
sustantivo
Antónimos
sustantivo
noviazgo         
noviazgo m. Relación que existe entre los novios. Tiempo que dura esta relación.

Βικιπαίδεια

Noviazgo
El noviazgo es la condición de los novios, es decir, una relación amorosa mantenida entre dos personas con la posible intención de matrimonio,Real Academia Española (2014). «Definición de “novio”».
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για noviazgo
1. No vivían ni por asomo el noviazgo de estos días.
2. El prГіximo 10 de agosto cumplirГ­an 32 aГ±os de feliz noviazgo.
3. "Sé que nuestro noviazgo tiene algo de inverosímil", concede entre risas.
4. Para lograr su propósito se apoyó además en su noviazgo con la actriz Anne Hathaway.
5. La directora estaba preocupada con la idea de haber roto su noviazgo con Mike Arangano.
Τι είναι noviazgo - ορισμός